- ενεχείρισα
- ἐνεχείρισαἐγχειρίζωput into one's hands: aor ind act 1st sg
Morphologia Graeca. 2013.
Morphologia Graeca. 2013.
ἐνεχείρισα — ἐγχειρίζω put into one s hands aor ind act 1st sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
εγχειρίζω — εγχειρίζω, εγχείρισα βλ. πίν. 33 Σημειώσεις: εγχειρίζω : με την έννοια → επιδίδω (επιστολή κτλ.) χρησιμοποιείται και ο τύπος του αορίστου ενεχείρισα … Τα ρήματα της νέας ελληνικής